Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

Πνύκα Σουφλίου

Στην κεντρική πλατεία του Σουφλίου σε έναν εξώστη δεξιά υπάρχει η επιγραφή "ΠΝΥΞ ΣΟΥΦΛΙΟΥ 1930 ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΥΕΙΝ ΒΟΥΛΕΤΑΙ". Σε αυτό τον χώρο, που αναβιώνει μνήμες της αρχαίας δημοκρατίας, αγόρευσαν μεγάλες προσωπικότητες της σύγρονης ελληνικής ιστορίας, όπως ο Ε. Βενιζέλος, ο Ν. Πλαστήρας, ο Γ. Παπανδρέου κ.ά. Αλλά και απλοί πολίτες ανέβηκαν στο βήμα αυτό για να εκφραστούν ελεύθερα (όπως συνέβη τις μέρες της απεργίας του 1936 - δες εδώ).
Ο δήμαρχος Σουφλίου Καλπάκας μιλάει στην Πνύκα το 1938
 

Το χαρέτσι

     Την εποχή της ακμής του, το Σουφλί αποτέλεσε εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο που έδινε ζωή σ' όλη τη γύρω περιοχή. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι κάθε νοικοκυριό, κάθε σπίτι, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, ήταν και χώρος εκτροφής κουκουλιών. Εδώ σηροτρόφοι από τη γύρω περιοχή, έφερναν με τα αμάξια τους σακιά με νωπούς μεταξοβόμβυκες (κουκούλια) στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο για την αγοραπωλησία, το «ΧΑΡΕΤΣΙ». Ήταν κτισμένο το έτος 1894 από την οικογένεια του Αποστόλη Μπρίκα, που ασχολήθηκε επί σειρά ετών με την παραγωγή και εμπορία κουκουλιών.
Στο Χαρέτσι Σουφλίου το 1930
     Επί δύο εβδομάδες γινόταν η δημοπρασία για τα κουκούλια των σηροτρόφων. Η διαδικασία πώλησης τελείωνε όταν ο «τελάλης» φώναζε: «ένα-δύο-ΧΑΑΡΕΤΣ» (= στην αραβική σημαίνει το τελείωμα μίας εμπορικής συναλλαγής). Μέρος της παραγωγής έμενε στο Σουφλί, όπου τα εργοστάσια παρήγαγαν νήμα για τις ανάγκες τις δικές τους και των κατοίκων της περιοχής.
    Σήμερα ο χώρος λειτουργεί ως καφετέρια.

Πηγές: ιστοσελίδα Μεταξωτών Κάλφα, τιμοκατάλογος της καφετέριας «Χαρέτσι».

Επιμέλεια: Τσακαλδήμη Ελένη

Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

Δεν πήγαν χαμένοι οι αγώνες μας...


Η Βασιλιώ, η μικρότερη από τις αδερφές του Νεόφυτου, ενήλικη πια κάνει έναν απολογισμό της δύσκολης νιότης που πέρασε. Από μικρή εργάτρια στο μεταξουργείο μέσα σε άθλιες συνθήκες εργασίας (δες εδώ), μετά ο πόλεμος με τους ξένους και μεταξύ μας, κατόπιν οι διώξεις για τις ιδέες της... 



      Όλα αυτά πρέπει πως, κρυμμένα στα κατάβαθα της ψυχής μου, δουλεύανε. Κι όταν βρέθηκα μπροστά στους ξένους στρατοδίκες της Κατοχής κι αργότερα στους ντόπιους, που μου ζήτησαν ν΄ αρνηθώ τις ιδέες μου, αν ήθελα να ζήσω, εγώ απάντησα: "Προτιμότερος ο θάνατος".
     Ώρες ώρες, καθώς δουλεύω στο υφαντουργείο, σκέφτομαι τα σημερινά κορίτσια, που έχουνε αληθινές κουκλίτσες, που έχουν προσφάι και καθαρό ρούχο και που πολλά τα στέλνουν οι γονέοι τους στα σκολεία κι όχι στις φάμπρικες και που κανένας Χακίμης δεν τολμά να τα ζεματίσει, και λέω σπολάτη. Δεν πήγαν χαμένοι οι αγώνες μας.
"Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 261

Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Η μεγάλη απεργία του ΄36 (2)


Από την απεργία του 1936: απεργοί αγορεύουν στην Πνύκα Σουφλίου
    Ιούλης του 1936. Τότε που ανοίγει το χαρέτσι για την αγορά των κουκουλιών. Ξεκινά η μεγάλη απεργία των σηροτρόφων και των μεταξεργατριών στην περιοχή του Σουφλίου. Κρατά περίπου 10 μέρες. Ξεσηκώνεται όλη η επαρχία. Οικογένειες ολόκληρες έρχονται στο Σουφλί. Κατασκηνώνουν» στην κεντρική πλατεία. Μέρα–νύχτα η πλατεία γεμάτη. Το σύνθημα: «100 ή θάνατος» (100 δραχμές η τιμή αγοράς ανά κιλό των κουκουλιών). Έντονη η αγωνιστική διάθεση και η Πνύκα πάνω από τα κεφάλια τους ανοιχτό βήμα για όλους. «Τις αγορεύειν βούλεται». Κι η αθηναϊκή δημοκρατία αναβιώνει στο χωριό μας 2500 χρόνια μετά. Παίρνει το λόγο όποιος νομίζει πως έχει κάτι να πει. Μορφωμένος ή αμόρφωτος, άντρας ή γυναίκα (ναι, σε τούτο τον ξεσηκωμό οι γυναίκες ισότιμα αντιμετωπίστηκαν αλλά και ισάξια αγωνίστηκαν). Ο λόγος όχι μόνο στους «ειδήμονες». Ατμόσφαιρα αγώνα και γιορτής συνάμα.
    Μέρες που άφησαν το σημάδι τους στην τοπική ιστορία, αλλά και στην ιστορία γενικά της Ελλάδας.
    Το κέρδος; Η τιμή του κουκουλιού ανεβαίνει από τις 45 στις 75 δραχμές. Νίκη. Το κόστος; Οι πρωτεργάτες το πλήρωσαν με φυλακές και εξορίες επί Μεταξά αλλά και μετακατοχικά. Η Βασιλιώ της ιστορίας μας ήταν από αυτούς που «πλήρωσαν».  

 Μια προσπάθεια μεταφοράς του κλίματος εκείνων των ημερών όπως μου τις αφηγήθηκαν οι παλιότεροι, μεταξύ αυτών και ο κ. Στεφάνου.
Πατσιά Μαρία

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Η μεγάλη απεργία του '36 (1)

1936. Νέα απεργία με μεγάλη επιτυχία. Ιούνιο. Βάσταξε 10 μέρες.
Οι σηροτρόφοι και οι εργάτες γης μαζί με γυναίκες δέκα μέρες συλλαλητήρια. Όλοι στο δρόμο. Έκαναν τσαντίρια με ψάθες. Η Εργατική Βοήθεια μοίραζε ψωμιά, κουλούρια και 50 δράμια τυρί. Υπήρχαν και πλούσιοι άνθρωποι που τα διέθεσαν όλα...
Το πρωί στις 5 χτύπησαν οι καμπάνες. Ο εργοδότης άναψε μηχανή, 10 απεργοσπάστριες. Τις χτύπησε ο λαός. Ο αδερφός ανεβαίνει στο καμπαναριό που είχε ρολόι (εκκλ. Αγ Γεώργιος), με ένα σφυρί και με άλλους νέους. Τους είχαν πάρει σκοινί. Τα μικρά τσίλιες. Έρχεται η Αστυνομία.
"Νεόφυτε, Κώστο, έρχονται!"
Πηδάει. Πιάνουν τη μικρή, ξύλο με βούρδουλα.
Οι εργάτριες μέσα στην εκκλησία μάχη. Όλοι μαζί κατέλαβαν Δημαρχία, Αστυνομία για 5 μέρες. Οι χωροφύλακες κλειδωμένοι. Τηλεφωνούν να 'ρθει τάγμα.
Ο λαός πήρε είδηση. Οι γριές με λουλούδια ξαπλώνονται σε σιδηροδρομική γραμμή.
"Αδέρφια μας, μη μας χτυπάτε, είστε παιδιά μας. Ποιον θα χτυπήστε;" Ο στρατός αρνείται.
Σηροτρόφοι: "100 δρχ. το κουκούλι ή θάνατος".
Οι εργάτριες: "Μεροκάματο αύξηση, νερό και καλύτερες συνθήκες".
Μαύρα τσεμπέρια έγιναν σημαίες. Οι γριές πρώτες. Οι αξιωματικοί τα ΄χασαν.

από τις αφηγήσεις γυναικών του Σουφλίου που κατέγραψε η Διδώ Σωτηρίου σ. 278

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Η απεργία του '33

    1933. Νέα απεργία. Ήταν 12ωρο. έγινε χειμώνα: κακή εκλογή. Βάσταξε μια βδομάδα, μόνο 10% απεργοσπάστες. Έσπασε. Κοπέλες ήρθαν σε σύγκρουση με Αστυνομία. Οι γυναίκες έριχναν τούβλα και πετούσαν απ' τα άλογα κάτω αστυνόμους. Δικάστηκαν 15 σε πεντάμηνη φυλάκιση.
από τις αφηγήσεις γυναικών του Σουφλίου που κατέγραψε η Διδώ Σωτηρίου σ. 277

     Στις 22/02/1933 κηρύσσεται από το σωματείο μεταξεργατριών απεργία με αιτήματα την αύξηση των ημερομισθίων, την παροχή καθαρού πόσιμου νερού και την εφαρμογή του οκταώρου (πρόκειται μάλλον για την πρώτη απεργία γυναικών στην Ελλάδα!). Η απεργία, στην οποία συμμετείχαν 108 εργάτριες, κράτησε τέσσερις ημέρες και έληξε χωρίς να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Με τη λήξη της απεργίας πολλές από τις πρωτεργάτριες της απεργίας απολύθηκαν.

Πηγή: "Η γυναίκα μεταξεργάτρια χθες και σήμερα"

Επιμέλεια: Μανιάκας Δημήτρης, Πανταζής Θανάσης

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012

Η απεργία

Οι πολύ σκληρές συνθήκες εργασίες στα μεταξουργεία, τα ισχνά μεροκάματα, οι χαμηλές τιμές στην αγορά των κουκουλιών οδήγησαν τους σηροτρόφους και μεταξεργάτες του Σουφλίου στην κήρυξη απεργιών (1925, 1933, 1936).
Ο απόηχος από τα γεγονότα καταγράφεται μέσα στις σελίδες "Των παιδιών του Σπάρτακου". Η Λαμπρινή, σε αντίθεση με το σύζυγό της τον Ανέστη (σημ. πρόκειται για τους γονείς του Νεόφυτου, κεντρικού ήρωα στο αφήγημα) συμμετέχει ενεργά στα γεγονότα:

      Τις πολιτικές δραστηριότητές της η Λαμπρινή τις κρατούσε κρυφές από τον άντρα της. Κι ο δόλιος ο Ανέστης σάστισε όταν, στην εξέγερση των σηροτρόφων στα '36, την είδε ανεβασμένη πάνω στο καμπαναριό να καλεί το στρατό, που ήρτε να επιβάλει την τάξη, να μη χτυπήσει το λαό, να αδερφωθεί μαζί του! Και να ΄χουν στρίψει κάμποσοι νταήδες τις μπούκες των τουφεκιών τους καταπάνω της... Και κείνη να στέκει αγέρωχη και αποφασισμένη για όλα και ν' ανεμίζει το λόγο της σαν παντιέρα! Βρε, Λαμπρινή! Βρε, μάτια μου, εσύ ΄σουν μάνα, γυναίκα του χωριού, δεν ήσουν καπετάνισσα της Γκίμπρενας!
"Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 73

Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Μεταξεργάτριες θυμούνται... (3)


Η κυρία Ευτυχία Παπαμαυρουδή δούλεψε στο ίδιο εργοστάσιο (μεταξουργεία Τζίβρε)μεταπολεμικά. Μας μεταφέρει με το λόγο της τις συνθήκες δουλειάς εκεί αλλά και γενικότερα το κλίμα εκείνης της εποχής.

  Εγώ δούλεψα μόνο δύο χρόνια εκεί κι αυτά όχι «κανονικά». Ήμουν τότε 14 χρονών. Με έβαλαν δέστρα, έδενα τις κλωστές άμα κοβόταν καμία. Είχε τόση ζέστη εκεί μέσα! Θυμάμαι την πρώτη μέρα που πήγα, λάδωσε το πρόσωπό μου, ίδρωσα ολόκληρη! Άσχημες συνθήκες αλλά και οι δουλειές δυσεύρετες. Όπως σας είπα δούλεψα μόνο δύο χρόνια κι εκείνα … με έπαιρναν με έδιωχναν, γιατί ό πατέρας μου ήταν «πάνω» (εννοεί "αντάρτης στο βουνό") κι έτσι δεν είχα «καθαρά» μητρώα, δεν είχα το απαραίτητο χαρτί κοινωνικών φρονημάτων. Ούτε που με άφησε ο αδερφός μου να πάω στην αστυνομία να το πάρω, γιατί ξέραμε πώς «μεταχειρίζονταν» οι αστυνόμοι τις κοπέλες που πήγαιναν γι΄ αυτό το λόγο στο τμήμα και ούτε που τους έδιναν και το χαρτί, αν ήταν σαν κι εμένα (με συγγενείς "απάνω").
 Κάποιος Τσιακίρης, που ήταν υπάλληλος εκεί στο γραφείο, μας είπε να πάμε στην αστυνομία να βγάλουμε αυτό το περίφημο χαρτί. Εγώ πήγα την άλλη μέρα χωρίς το χαρτί κοινωνικών φρονημάτων και … πώς είναι η αράδα από δω μέχρι εκεί, με πιάνει από το μανίκι και να με τραβάει πέρα – πέρα και εγώ να κλαίω - μια στάλα ήμουν 13 – 14 χρονών - να κλαίω που με πρόσβαλε έτσι μπροστά σε τόσο κόσμο, που με έδιωχνε και με τραβούσε έτσι…. Δύσκολα χρόνια...

Η κυρά Ευτυχία συγκινημένη δεν μπορεί να συνεχίσει άλλο, αλλά εμείς πήραμε ήδη μια «γεύση» από κείνα τα χρόνια, όχι μόνο από τις δύσκολες συνθήκες δουλειάς στα μεταξουργεία, αλλά και από τη δυσκολία επιβίωσης μετά από τον εμφύλιο στη χώρα μας. 
Πατσιά Μαρία

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Μεταξεργάτριες θυμούνται... (2)

Η κυρία Μισόπαππα Σταυρούλα είναι σήμερα 73 ετών. Στα νιάτα της (20-24 ετών) εργάστηκε στο μεταξουργείο των αδελφών Τζίβρε. Τη συνέντευξη πήρε ο εγγονός της Μανιάκας Δημήτρης.

·         ''Ποια ήταν η συμπεριφορά των Εβραίων απέναντι στις εργάτριες;''
     Οι Εβραίοι ήταν πάρα πολύ συστηματικοί εργοδότες. Γνώριζαν τη δυσκολία της δουλειάς με αποτέλεσμα να μην γίνονται πιεστικοί. Επίσης, η συνέπεια ήταν ακόμα ένα χάρισμα τους. Πλήρωναν κανονικά τις εργάτριες δίχως καθυστέρηση. Αυτό συνέβαλε στην ομαλή λειτουργία του εργοστασίου. Όλες οι εργάτριες, διακόσιες στον αριθμό, ήταν ικανοποιημένες από την συμπεριφορά των Εβραίων. Αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι ένας μεγάλος αριθμός εργατριών συνταξιοδοτήθηκε από την εργασία στο εργοστάσιο.

·         ''Το κλείσιμο του εργοστασίου και η παρακμή της καλλιέργειας του μεταξιού στο Σουφλί.''
      Ο θάνατος ενός από τα αφεντικά προκάλεσε ''αναστάτωση'' στην ομαλή λειτουργία του εργοστασίου. Στο εργοστάσιο υπήρχαν και άλλα τμήματα όπως Βαφεία, Υφαντουργία κ.ά. όμως αναγκάστηκαν να κλείσουνε. Έπειτα, το εργοστάσιο πέρασε σε χέρια άλλων ιδιοκτήτων οι οποίοι δεν μπορούσαν να βρουν μια ''κοινή γραμμή πλεύσης'' και το εργοστάσιο έκλεισε οριστικά διότι το σουφλιώτικο μετάξι ήταν ακριβό.
     Η τιμή είναι ανάλογη της ποιότητας έτσι εκείνη την εποχή το σουφλιώτικο μετάξι είχε μια μικρή ιδιαιτερότητα στην τιμή. Η κύρια παραγωγή στο Σουφλί ήταν η εκτροφή μεταξοσκώληκα. Ήταν η μόνη δουλεία στην οποία οι παραγωγοί της πληρώνονταν συστηματικά. Η εκτροφή μεταξοσκώληκα ήταν εξαιρετικά δύσκολη δουλεία. Έπρεπε να διαθέτεις το χώρο για την εκτροφή , υπομονή και μεράκι. Αυτό δικαιολογούσε την αυξημένη τιμή του μεταξιού. Οι έμποροι όμως δεν λογάριαζαν όλα τα παραπάνω και με αυτόν τον τρόπο κατέφυγαν στις εύκολες λύσεις. Το φθηνό αλλά κακής ποιότητας εισερχόμενο μετάξι από την Κίνα, την Βουλγαρία και την Τουρκία αντικατέστησε το τοπικό μετάξι με αποτέλεσμα την εξαφάνιση του μεταξιού στο Σουφλί.

·         ''Οι συνθήκες εργασίας και το ωράριο των εργατριών''
     Ήταν μια υπερβολικά ανθυγιεινή δουλειά. Ο συνδυασμός υγρασίας, ζέστης και ατμού ήταν πολύ επικίνδυνος για την υγεία. Εκείνη την εποχή η έξαρση της φυματίωσης είχε επιφέρει το θάνατο σε πολλές εργάτριες. Θύματα της φυματίωσης δεν ήταν μόνο οι εργάτριες αλλά και ένα κομμάτι από το πληθυσμό του νομού Έβρου.
     Οι γυναίκες οι οποίες έβγαζαν το μετάξι από το κουκούλι είχαν την πιο δύσκολη δουλεία καθώς το κουκούλι ήταν μέσα σε υπερβολικά καυτό νερό, έπρεπε να βουτήξουν το χέρι τους βαθιά μέσα στο καυτό νερό για να πιάσουν το κουκούλι. Αφού το είχαν βγάλει από το νερό και σιγά σιγά έβγαζαν από πάνω του το μετάξι, έπρεπε να το περάσουν στην μηχανή. Για να περάσει το μετάξι στην μηχανή έπρεπε να είσαι πολύ προσεκτικός. Αν πλησίαζες το χέρι σου κοντά στα ξυραφάκια της μηχανής κοβόσουν. Έτσι, κομμένο δάχτυλο και καυτό νερό ήταν ένας εφιάλτης.
   Η δουλεία ξεκινούσε στις 7 το πρωί. Στις 6:30 ακουγόταν η "ντούρα". Ακουγόταν ένα βουητό το οποίο σηματοδοτούσε την άφιξη των εργατριών στο εργοστάσιο. Στις 12 το μεσημέρι γινόταν ένα διάλειμμα το οποίο κρατούσε μέχρι τη 1 η ώρα. Τέλος, η δουλειά τελείωνε 5 η ώρα το απόγευμα.

Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012

Μεταξεργάτριες θυμούνται...(1)


Η κυρία Ελισάβετ Πιστάλκα εργάστηκε στο μεταξουργείο των αδελφών Τζίβρε από το 1938 μέχρι το 1940. Τη συναντήσαμε και κουβεντιάσαμε μαζί της για κείνα τα χρόνια.

Κυρία Ελισάβετ πόσες ώρες την ημέρα δουλεύατε στο εργοστάσιο, ποιες ήταν οι συνθήκες δουλειάς;

 Το οχτάωρο όπως ξέρετε δεν ίσχυε ακόμα.  Η δουλειά ξεκινούσε από τις 7 το πρωί και τέλειωνε στις 7 το βράδυ το χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι ήταν από τις 6 το πρωί ως τις 6 το απόγευμα. Το μεσημέρι είχαμε μια ώρα διάλειμμα για φαγητό. Τι φαγητό δηλαδή, με τη φτώχεια που είχαμε το γεύμα μας ήταν "σπαρτιάτικο". Το πρωί, 5 λεπτά πριν αρχίσουμε, ακουγόταν η περίφημη σφυρίχτρα (η καμινάδα είχε ένα μοτοράκι μέσα που σφύριζε), ώστε να είναι έτοιμοι οι εργαζόμενοι να μπούν μέσα στο εργοστάσιο και να πιάσουν δουλειά. Όποιος αργούσε δεν έμπαινε μέσα κι έχανε έτσι το μεροκάματο.
   Μέσα στο εργοστάσιο τα πράματα ήταν πολύ αυστηρά. Δεν επιτρεπόταν η συνομιλία μεταξύ των εργατών ή η μετακίνηση τους. Υπήρχε ένας επικεφαλής, κάποιος Νικόλαος, που ήταν ο «ντελεκτόρ» (επιστάτης), ο οποίος επέβλεπε τους εργαζόμενους. Αν έπιανε κάποιον να μιλά ή να μετακινείται του έκανε παρατήρηση. Στη δεύτερη φορά που θα τον έπιανε τον έδιωχνε για μια βδομάδα. Υπήρχε πολλή βρωμιά. Οι ατμοί που έβγαιναν από το βραστό νερό όπου βουτούσαμε τα κουκούλια είχαν πολύ δυσάρεστη μυρωδιά, κι η υγρασία ήταν πολύ ενοχλητική. Η καμινάδα που είδατε στην αυλή του εργοστασίου φτιάχτηκε από Ιταλούς για να απορροφά λέει (με σωλήνες που κατέληγαν σ’ αυτήν) τη μυρωδιά. Αλλά δεν έκανε τίποτα. Ούτε το 40% των οσμών έπαιρνε.

Το μεροκάματο ήταν τουλάχιστον ικανοποιητικό; Υπήρχε διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών;

 Τα χρήματα δεν ήταν πολλά. Παίρναμε 5 με 10 δραχμές τη μέρα. Οι άντρες, ναι, έπαιρναν περισσότερα. Στο εργοστάσιο δούλευαν κυρίως γυναίκες. Οι άντρες έκαναν τη μεταφορά των κουκουλιών ή του μεταξιού, όλα τα άλλα τα έκαναν οι γυναίκες. Πάντως και στο θέμα της αυστηρότητας τα πράματα ήταν καλύτερα για τους άντρες, τους μεταχειρίζονταν πιο καλά.

Ακούσαμε ότι υπήρχαν πολλά κρούσματα φυματίωσης ανάμεσα στις μεταξεργάτριες. Αληθεύει; και αν ναι πού το αποδίδετε;

 Είναι αλήθεια. Νεότατες κοπέλες αρρώσταιναν από φυματίωση και συχνά πέθαιναν. Έφταιγε η πολλή υγρασία, οι μυρωδιές, το χειμώνα μετά από 12 ώρες πάνω από μια λεκάνη με καυτό νερό βγαίναμε κατευθείαν στο κρύο κι αυτό δεν ήταν ότι καλύτερο για την υγεία μας. Ύστερα και η διατροφή μας δεν ήταν καλή. Με λίγο ψωμοτύρι και σκόρδο ή ελιές τι να αντέξεις; Αλλά και ποιος είχε τότε τα λεφτά για να τρέφεται καλύτερα; Ευτυχώς σήμερα δεν δουλεύει πια ο κόσμος έτσι.

Τετάρτη 13 Ιουνίου 2012

Το περιστατικό με τα εγκαύματα...

Η εργασία στα μεταξουργεία ήταν ακόμη πιο δύσκολη για τα παιδιά που δούλευαν σ' αυτά. Η μικρή Βασιλιώ (αδερφή του Νεόφυτου) φέρνει μια μέρα στο εργοστάσιο όπου δουλεύει την αυτοσχέδια κούκλα της. Τα όσα συνέβησαν στη συνέχεια τής άφησαν πληγές κυριολεκτικά και μεταφορικά:

      Το περιστατικό με τα εγκαύματα έγινε λίγο αργότερα, τον Ιούλιο. ... Κείνη τη μέρα είχα φέρει μαζί μου μια κουκλίτσα που μόλις είχα φτιάξει μόνη μου. Ήταν μια τρυφερή μελιτζανούλα που της είχα βάλει μάτια από αρακά , μια φετούλα σφιχτή κι ολοκόκκινη ντομάτα για χείλη, δυο ξυλάκια για χέρια και ρούχο από τις χοντρές ίνες μετάξι που πετούσαν για άχρηστες οι τεχνίτρες.
      Δεν την είχα χορτάσει τη Μελιτζανούλα μου κι ήθελα λίγο να παίξω μαζί της, να τη χαϊδέψω και να της πω να μην παραπονιέται με τη ζέστα και μου μαραθεί, γιατί μόλις θα σκολνούσαμε θα την πήγαινα περίπατο στο ποτάμι, να την κολυμπήσω να δροσιστεί. Έλα όμως που πάνω στις τρυφερότητές μας, βγήκε μπροστά μου τ’ αφεντικό. 
        Στη ζωή μου δεν είδα άνθρωπο πιο θυμωμένο. Οι αγριοφωνάρες και οι απειλές του με κάναν τόσο να σκιαχτώ, που κατουρήθηκα. Και να ήταν μόνο οι αγριοφωνάρες. Μέσα στη λύσσα του αρπάζει τη Μελιτζανούλα μου, την ποδοπατάει και την κάνει λιώμα. Κι ως δεν ξεθύμανε ούτε μ’ αυτό, αρπάζει μια δέσμη ζεματιστό μετάξι και μου την περνάει στο λαιμό. Λαχτάρησα από τον πόνο κι ένιωσα σαν να καιγόμουνα μέσα σε φλόγες. Ο λαιμός μου φουσκάλιασε και πλήγιασε. Και πριν συνέλθω, κάτι άλλο όρμησε απ’ τα κατάβαθα της ψυχής μου, η ταπείνωση, και μ’ έκανε να πάρω δρόμο και τρέχοντας να κλαίω και να σπαράζω ως να φτάσω στη μάνα μου.
 "Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 259-260

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Θαρρούσες πως ζούσες εφιάλτη...

Οι συνθήκες εργασίας στα εργοστάσια του μεταξιού ήταν ιδιαίτερα δύσκολες. Ακόμη και μικρά παιδιά εργάζονταν εκεί καθώς "και οι πενταροδεκάρες λογαριάζονταν κι αυτές". Η Βασιλιώ, η πιο μικρή αδερφή του Νεόφυτου, αναφέρει:

"Όταν πρωτομπήκα στο εργοστάσιο ήμουνα τόσο μικρή που για να φτάνω στον πάγκο της δουλειάς πατούσα πάνω σε κασόνι...Στο τμήμα που δούλευα βράζαν τα καζάνια του κουκουλιού κι ήταν σωστή κόλαση με τον ατμό και δυσκόλευες και ν’ ανασάνεις και να δεις το διπλανό σου. Μια καυτή ομίχλη σε κύκλωνε. Θαρρούσες πως ζούσες εφιάλτη" (Τα παιδιά του Σπάρτακου σ. 258-9)

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Εικόνες του χθες: Εργοστάσιο Τζίβρε (2)

    Κάθε αυγή οι κοπέλες του χωριού και μαζί και οι πέντε αδερφές του Νεόφυτου, ακόμα και η πιο μικρή η Βασιλιώ, ξυπνούσανε πριν φέξει, βάζανε τα τσοκαράκια τους και τρέχανε στα δυο εργοστάσια μεταξιού....
    Ο Νεόφυτος άκουγε εντυπωσιασμένος το χτύπο που κάναν τα τσοκαράκια στα καλντερίμια και πετάριζε η καρδιά του....
    Όταν πρωτομπήκα στο εργοστάσιο ήμουνα τόσο μικρή που για να φτάνω στον πάγκο της δουλειάς πατούσα πάνω σε κασόνι
(αποσπάσματα από "Τα παιδιά του Σπάρτακου")

Το κασόνι και τα τσοκαράκια της Βασιλιώς .... (φώτο: Δαμασκηνίδου Α.)

Εικόνες του χθες: Εργοστάσιο Τζίβρε (1)

Το εργοστάσιο μετάξης των αδερφών Τζίβρε, χτισμένο από Ιταλούς το 1910, αποτελεί "σήμα κατατεθέν" για το Σουφλί (για περισσότερες πληροφορίες για τα μεταξουργεία του Σουφλίου πατήστε εδώ). Οι μηχανές του σταμάτησαν να δουλεύουν πριν μισό αιώνα. Στα χέρια του Δήμου πλέον τα κτήρια του μεταξουργείου περιμένουν υπομονετικά την αξιοποίησή τους (σχεδιάζεται να αναστηλωθούν σε τεχνολογικό μουσείο και πολύκεντρο).... 
Φώτο: Δαμασκηνίδου Αγγελική

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Τα μεταξουργεία

Κάθε αυγή οι κοπέλες του χωριού και μαζί και οι πέντε αδερφές του Νεόφυτου, ακόμα και η πιο μικρή η Βασιλιώ, ξυπνούσανε πριν φέξει, βάζανε τα τσοκαράκια τους και τρέχανε στα δυο εργοστάσια μεταξιού. Ρολόγια δεν είχανε και περιμέναν να γκαρίξουνε τα γκατζόλια, για να βάλουν τα τσοκαράκια τους και να κινήσουν μέσα στη νύχτα για τη δουλειά.                                                  
"Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 75

Οι πρώτες βιοτεχνικές μονάδες παρουσιάζονται το 1870, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα χτίζονται οργανωμένα εργοστάσια που απασχολούν αρκετές εργάτριες-εργάτες. Τέτοια εργοστάσια ήταν:
- Το μεταξουργείο των αδελφών Αζαρία –Πάπο, που ιδρύθηκε το 1903 με 84 χειροκίνητες λεκάνες και απασχολούσε περίπου 150 άτομα.
Το εργοστάσιο των αδερφών Τζίβρε σήμερα (φώτο: Δαμασκηνίδου Α.)
- Το 1909 ο εμπορικός οίκος του Μιλάνου «Ceriano Fratelli», ιδρύει το δεύτερο αναπηνιστήριο μεταξιού δυναμικότητας 40 ατμοκίνητων λεκανών. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις του εργοστασίου αυτού αναπτύσσονται σ’ ένα οικόπεδο 10.500 τ.μ. Αποτελείται από 13 κτίσματα, από τα οποία τα σημαντικότερα είναι η τριώροφη αποθήκη κουκουλιών, το ξηραντήριο (το χώρο απόπνιξης των κουκουλιών σε ειδικούς φούρνους), το υφαντήριο και κλωστήριο, το μεταξουργείο-αναπηνιστήριο και χώρους μηχανοστασίου και λέβητα. Το 1920 οι Μποχώρ και Ελιέζερ Τζίβρε, Εβραίοι έμποροι κουκουλιών από το Διδ/χο, αγοράζουν το εργοστάσιο του «Ceriano Fratelli» και του προσθέτουν 54 χειροκίνητες λεκάνες. Παράλληλα, νοικιάζουν και το μεταξουργείο των Αζαρία-Πάπο.
- Ο Π. Χατζησάββας, πρόσφυγας από την Προύσα, το 1925 ιδρύει το τρίτο μεταξουργείο (το λεγόμενο "φαβρικούδι") με δυναμικότητα 28 λεκανών.
Το 1930 οι Τζίβρε εκμισθώνουν και το εργοστάσιο του Χατζησάββα κι έτσι όλη η μεταξουργία του Σουφλίου περνάει κάτω από τον έλεγχο της οικογένειας αυτής. Τέλος στις 1- 4- 1933 η Ο.Ε. Μποχώρ και Ελιέζερ μετατρέπεται σε Α.Ε. με την επωνυμία «Ευτέρπη».Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής το 1940, κλείνει το εργοστάσιο των Τζίβρε για να ξαναλειτουργήσει μετά τον εμφύλιο πόλεμο μέχρι το 1963 που κλείνει οριστικά.

Πηγή: "Οι περιπέτειες του μεταξοσκώληκα στην πόλη του μεταξιού" 
Έκδοση Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Σουφλίου

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

«Το μετάξι θέλει τάξη κι άνθρωπο να το ξετάσει»

Από τη Βυζαντινή εποχή αναπτύχθηκε στη Θράκη η μεταξουργία. Στην Τουρκοκρατία η Πόλη ενίσχυε όσους φύτευαν μουριές. Έτσι σε πολλά μέρη (Γανόχωρα, Σουφλί, Διδυμότειχο, περιφέρεια Αδριανούπολης κλπ.) οι κάτοικοι από τον Ιούνιο ως τον Οκτώβριο καταγίνονταν με την κουκουλοπαραγωγή. Η βιοτεχνία μεταξιού απασχολούσε επίσης άντρες και γυναίκες:
Μεταξωτό ΄ναι το πανί, μεταξωτό το χτένι, 
μεταξωτή κι η κοπελιά που κάθεται και ΄φαίνει!

Η συντεχνία των Μεταξουργών  ("μαντζιληκτσήδων") στην Ανδριανούπολη ήταν πλούσια. Γιόρταζε στις 23 Αυγούστου, στα εννιάμερα της Παναγίας. 
Ενδιαφέρουσα είναι η παρακάτω εγγραφή σε κώδικα της Μητροπόλεως Αδριανουπόλεως: 
Τω 1830 Δεκεμβρίου α΄ από το συνάφειον των Μεταξουργών κατέθετο γρόσια 700 επί συμφωνία ίνα δίδωνται παρά του ταμείου της Ιεράς εκκλησίας Μητροπόλεως λόγω τόκου εις την πανήγυριν την τελουμένην τη 23η Αυγούστου (τη αποδόσει της εορτής της Κοιμήσεως της υπεραγίας Θεοτόκου) τα απαιτούμενα κηρία, το δικαίωμα των 10 γρόσια της προσκλήσεως του Αρχιερέως, των ιερέων, διακόνων, ψαλτών και κανδηλαπτών. ... Ίνα μη επέρχεται ζημία τις εις το ταμείον της εκκλησίας.

Από τις παροιμίες μνημονεύεται η επόμενη:
Το χέρι του κουκούλια δε βάφει (για όποιον έχει «βαρύ» χέρι).

Πηγή: Κ. Παπαθανάση – Μουσιοπούλου, Συντεχνίες και επαγγέλματα στη Θράκη 1685-1920 (εκδ. Πιτσιλός, 1985)
(από σημείωσεις της ιστορικού κ. Κορομηλά Μαριάννας, την οποία και ευχαριστούμε...) 
Επιμέλεια: Παδαλή Αμέτ Σουκράν

Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Τα κουκουλόσπιτα ("μπιτζικλίκια")


     Στο Σουφλί, ιστορικό κέντρο της σηροτροφίας και της μεταξουργίας, η κατοικία σχετίζεται άμεσα με την οικονομία του μεταξιού.
     Από στοιχεία που παρουσιάστηκαν προσφάτως, το Σουφλί εμφανίζεται ήδη από το β΄ μισό του 16ου αιώνα με βαθμιαία αυξανόμενο πληθυσμό που φθάνει τα 91 φορολογήσιμα, χριστιανικά νοικοκυριά στα 1627 και με ονόματα Σοφουλού και Σοφουλάρ και πιθανό πρώτο όνομα του οικισμού, το Γενί-κιοϊ, ήτοι Νεοχώρι. Το τελευταίο υπαινίσσεται τη δημιουργία του οικισμού κατά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα με το συνδυασμό έλευσης χριστιανικών πληθυσμών από τη νότια Βαλκανική με την μετοίκηση και το συνοικισμό προϋφιστάμενων στη θέση οικισμών.
     Μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, με την υπέρβαση της μικρής οικοτεχνικής κλίμακας, την κάθετη αύξηση της παράγωγης και την οριζόντιά της εξάπλωση, αρχίζουν να δημιουργούνται τα πρώτα μεγάλα, διώροφα ή και τα τριώροφα, «εργοστασιακού» χαρακτήρα κτίρια, τα «μπιτζικλίκια», τα οποία στις περισσότερες των περιπτώσεων στεγάζουν ταυτοχρόνως την οικονομική δραστηριότητα και την κατοικία, καθώς η παραγωγή παραμένει οικοτεχνική. Από την άλλη, η δομή και η αρχιτεκτονική των κτιρίων γίνονται «εργοστασιακές» υπό την επιρροή της βιομηχανίας της εποχής.
     Πρόκειται για μεγάλα, ορθογώνια συνήθως ή πιο ακανόνιστα κτίρια (συχνά λόγω των περιορισμών των χρεώσεων γης). Τα υλικά και η κατασκευή πλέον είναι «μοντέρνα», φανερώνοντας την είσοδο στην νέα εποχή, αλλά και τη σχεδίαση, πλέον, από μηχανικό.


ΠΗΓΗ: «Κοινή Αρχιτεκτονική Κληρονομιά στη Θράκη»
φώτο: Μπεϊλάκης Χαράλαμπος

Επιμέλεια: Πασχάλης Μακρής

Σάββατο 2 Ιουνίου 2012

Όταν τρώνε ακούς σαν βροχή

Ο κυρ Ανέστης, πατέρας του Νεόφυτου, δεν μπορεί να χωρέσει στο απλοϊκό κεφάλι του τα βάσανα που του στερήσανε την πατρίδα του και τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς του. Σύμφωνα με το κείμενο:

     Βουίζανε όλα, παλιά και καινούργια, μέσα στο γερασμένο κεφάλι του σαν το σκουλήκι του κουκουλιού όταν τραγανίζει τα φύλλα της μουριάς, που λες κι ακούς ψιχάλα μονότονη. Μα αν τα μαμούνια του κουκουλιού τρώνε της μουριάς τα φύλλα, δίνανε νήμα μεταξένιο. Τι να δώσει ο δικός του νους σε κείνους που θα πιάσουνε το νήμα της ζωής του, να βρούνε άκρη;
"Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 86


Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Η σηροτροφία

Η σηροτροφία (εκτροφή του μεταξοσκώληκα για παραγωγή μεταξιού) αποτελούσε για τους Σουφλιώτες μια οικεία παραγωγική απασχόληση. Η δύσκολη και απαιτητική διαδικασία της εκτροφής του μεταξοσκώληκα περιγράφεται αδρομερώς στις σημειώσεις που κρατούσε η Διδώ Σωτηρίου από αφηγήσεις γυναικών του Σουφλίου. Όπως σημειώνει η επιμελήτρια του μυθιστορήματος κ. Ε. Σταυροπούλου: "οι πληροφορίες της (ενν. της Δ. Σωτηρίου) είναι σωστές και συντελούν στην αποτύπωση του χώρου και της ζωής αυτών των εργαζόμενων στο μυθιστόρημά της". 
 ("Τα παιδιά του Σπάρτακου" σ. 295-7)

     Σπόρος κουκουλιού. Τον παίρνουν οι κουκουλοσποράδες τον επεξεργάζονται.
Ύστερα ένα χειμώνα στο ψυγείο. Όταν έρθει ο Απρίλης 22-23 ή και Μάρτη ανάλογα με τον καιρό τα βγάζουν τα κουτιά από το ψυγείο σε δροσερό μέρος. Όταν σκάζουν οι βέργες και μπουμπουκιάζουν, τα βάζουν σε γούνα (μέσα σε μαντιλάκι. Τώρα σε εκκολαπτήρα) με θερμόμετρο τα παρακολουθείς σε θερμοκρασία 20-21. Τα μαζεύεις, είναι σαν μυρμήγκια. Βάζεις το μαντιλάκι πάνω σε τούλι και πάνω σε φυλλαράκια. (Όταν τρώνε ακούς σαν βροχή)

     Μετά 6 μέρες σταματάνε για 48 ώρες το φαΐ και αλλάζουν το δέρμα τους (πρώτος ύπνος). Ύστερα πάλι τρώνε άλλες 6 μέρες, κοιμούνται 48 ώρες δεύτερο ύπνο που λέγεται «πατιρντούδι». Χρειάζονται κρεβάτια, βγαίνουν. Μετά 6 μέρες πάλι το μεγάλο πατιρντί. Καίνε σόμπες, το θερμόμετρο πάλι 20 βαθμούς. Τώρα κιτρινίζει. Το φύλλο που έφαγε 20 με 22 μέρες γίνεται μετάξι. Του βάζουν κλαδί (ειδικό δέντρο) ή πουρνάρι. Εκεί πάνω ανεβαίνει και κάνει τις φούσκες. Θέλει 48 ώρες να κάνει φούσκα. Ο σηροτρόφος 40 μέρες δε βγαίνει απ’ το σπίτι του ούτε τρώει, συνέχεια κουβαλάει φύλλα μουριάς. Μάης Ιούνη 40 μέρες μικροί μεγάλοι κόβουν φύλλα μουριάς. Εκατομμύρια σκουλήκια τρώνε με ήχους. Όταν γίνει το κουκούλι πρέπει να το πουλήσει σε λίγες μέρες, πρέπει να ψηθεί και έχει φύρα.

Άμα ξεκλαδιάσεις πρέπει να το πουλήσεις.
Οι μαστόρισσες κάθονται στην ανέμη (μαντζιλίκι) με ατμό.
Κάθε ανέμη βγάζει μετάξι από 400-600 γραμμάρια.
Κάθε εργάτρια πρέπει να βγάζει 1400 γραμμάρια τη μέρα
Το γκεβγκίρι (=εργαλείο σαν τηγάνι που βγάζει το ψημένο κουκούλι) παίρνεις κουκούλι και φριζόνι (=πρώτο μετάξι ακάθαρτο) και τα βάζεις στο νταβά της μαστόρισσας που έχει βραστό νερό. Εκείνη τινάζει και βγάζει καθαρό μετάξι.